Κώστας Χατζής: Ο Bοιωτός δημιουργός και η σκληρή ζωή που έζησε

Ο Έλληνας Ρομά με την περιπετειώδη καριέρα που τον έφτασε μέχρι τον Λευκό Οίκο, γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1936. Γράφει ο Σπύρος Δευτεραίος

Σε μια εποχή και σε μια χώρα που λατρεύει τις ταμπέλες, ο Κώστας Χατζής κατάφερε και έκανε μια ξεχωριστή πορεία στο ελληνικό τραγούδι. Και γνώρισε επιτυχία χωρίς τερτίπια, σκάνδαλα και εξώφυλλα. Και φυσικά βίωσε και ρατσισμό και απαξίωση. Όμως άντεξε. Και δικαιώθηκε, και πάνω στην ακμή του και στην πορεία του χρόνου.

Είδε το φως της ζωής σαν σήμερα το 1936, που σημαίνει ότι γίνεται 87 χρόνων. Και δεν δηλώνει τέως.

Η σκληρή ζωή
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Λιβαδειά, σε πάρα πολύ φτωχή οικογένεια. Και βίωσε τη σκληρότητα και τον τρόμο της Κατοχής. Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω ήταν να πάει σχολείο για πρώτη φορά στα 9 του. Και φυσικά δεν ήταν τα ανέμελα παιδικά χρόνια.

«Όταν πήγα σχολείο ήμουν εννιά χρονών, με βρίζανε και με έλεγαν “ο γύφτος”. Πήγα στη μάνα μου, τη Ζωή, και λέω “Μαμά, είμαστε γύφτοι;”. “Όχι, παιδί μου”, μου λέει, “εμείς είμαστε άρχοντες”. “Γιατί είσαι σκούρος;”, με ρώταγαν τα παιδιά. “Γιατί γυρίζεις, βρε, όλο στον ήλιο”, μου έλεγε η μάνα μου, αλλά εγώ όταν γύριζα σπίτι έβλεπα ότι ήμουν σκούρος παντού. Τα παιδιά που με βρίζανε τα χτύπαγα, και αφού τα χτύπαγα με διώχνανε από το σχολείο. Η Λιβαδειά είχε τέσσερα δημοτικά, με διώξανε από όλα. Τελικά κατάφερα και τέλειωσα το δημοτικό, αλλά είχα καταλάβει ότι ήμουνα στο περιθώριο» έχει δηλώσει σε συνέντευξή του.

Γυμνάσιο δεν πήγε, για οικονομικούς λόγους, οπότε κατέβηκε στην Αθήνα για να σπουδάσει σε τεχνική σχολή ηλεκτρολόγος. Έκανε ό,τι δουλειά έβρισκε προκειμένου να επιβιώσει και κάποια στιγμή αποφάσισε να μπαρκάρει.

Μόνο που όσα δεν τα φέρνει ο χρόνος, τα φέρνει η στιγμή. Ο ίδιος έχει διηγηθεί το γεγονός που άλλαξε την πορεία του.

«Πριν μπαρκάρω πήγα στη Λιβαδειά, αλλά εκεί με περίμενε μια μεγάλη περιπέτεια. Ένα βράδυ σε ένα σπίτι τραγούδησα στην κιθάρα αντάρτικα και την άλλη μέρα το πρωί με έπιασαν. Πάει και το φυλλάδιο και όλα. Κλείσαν όλες οι πόρτες για πάντα, μιλάμε για το 1955. Αφού είχα μάθει λίγη κιθάρα, δεν είχα πού να πάω, και λέει η μάνα μου: “Πήγαινε με τον πατέρα σου και τον παππού σου”», έχει περιγράψει.

Συγκεκριμένα ο παππούς του, Κώστας Καραγιάννης, ήταν ένας από τους πιο διάσημους κλαρινίστες, ενώ αντίστοιχα το ταλέντο κληρονομήθηκε και στον πατέρα του, ο οποίος ήταν επίσης μουσικός, και συγκεκριμένα έπαιζε σαντούρι.

(Φωτ.: ΕΡΤ)

Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες

Ξεκίνησε σαν μουσικός στα πανηγύρια και σιγά-σιγά άρχισε να κάνει ονοματάκι και δουλεύει και σε άλλα μέρη. Και στη Ρόδο ένα βράδυ, όταν είχαν τελειώσει το πρόγραμμα και κάθισαν να φάνε, ανέβηκε στη σκηνή και άρχισε να παριστάνει τον τραγουδιστή προκειμένου να γελάσουν οι υπόλοιποι. Που όμως δεν γέλασαν.

«Κατέβηκα και εγώ κάτω και είπα: “Αφού δεν γελάσατε, σταματάω”. Kαι μου λέει ο μαγαζάτορας που ήταν μάγκας, ωραίος άνθρωπος: “Ξέρεις τι έχεις εδώ;”, και έδειξε το λαρύγγι του, “έχεις πετρέλαιο. Θα τραγουδάς”.

»Έφταναν εκεί στο μαγαζί και μου βάζανε χαρτούρα και λέγανε: “Θέλω να τραγουδήσει ο σκούρος”. Αλλά δεν το ήθελα αυτό, δεν μου άρεσε, μάλωσα και έφυγα» είχε εξομολογηθεί ο ίδιος πριν χρόνια σε συνέντευξη του στη Lifo.

Αποφάσισε να επιστρέψει στην πρωτεύουσα. Αυτή τη φορά για να κυνηγήσει όχι καριέρα, αλλά ευκαιρίες για καλύτερες δουλειές. Ο πρώτος καιρός στην Αθήνα ήταν δραματικός. Είχε φτάσει σε σημείο να κοιμάται έξω, κάτω από γέφυρες ή παγκάκια, ενώ σιτιζόταν με κλεμμένα πορτοκάλια.

Στα μαγαζιά όπου δούλευε τον έντυναν τσιγγάνο, τον παρουσίαζαν σαν ξένο τραγουδιστή, ένα κανονικό αλαλούμ. Ο ίδιος δεν έκρυψε ποτέ τη ρομά καταγωγή του και είχε έρθει αρκετές φορές σε σύγκρουση με τα όποια αφεντικά.

Αλλά ήταν και αυτό το ταλέντο και αυτή η φωνή που δεν περνούσαν απαρατήρητα. Απλά δεν ήξεραν πώς να τον πλασάρουν. Το 1963 συνεργάστηκε με τον Μίμη Πλέσσα και ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο.

Ο ίδιος δεν εφησύχασε και συνέχισε να ψάχνεται. Άκουγε και ξένη μουσική, από λάτιν μέχρι ροκ και φολκ της εποχής. Άρχισε να φτιάχνει δικά του τραγούδια που αντανακλούσαν μια επαναστικότητα.

Ήταν και η περίοδος που οι μπουάτ έκαναν κατάσταση. Και ο Κώστας Χατζής πίστευε ότι αυτοί οι χώροι του ταίριαζαν. Παράλληλα, οι μεγαλύτεροι Έλληνες συνθέτες του εμπιστεύονταν τραγούδια για να τα ερμηνεύσει – οι συνεργασίες με κορυφαίους τραγουδιστές αναρίθμητες.

Έπειτα οι επιτυχίες δεν σταμάτησαν να διαδέχονται η μία την άλλη και έκανε περιοδείες σε όλο τον κόσμο.

Η αναγνώριση εντός και εκτός

Στο τέλος της δεκαετίας του 1970 ο Κώστας Χατζής επισκέφθηκε την Αμερική για συναυλίες. Η φήμη του ως τραγουδιστή της ειρήνης έφτασε μέχρι το Λευκό Οίκο. Ο τότε πρόεδρος Τζίμι Κάρτερ τον προσκάλεσε για να τον γνωρίσει και να τον συγχαρεί για το έργο του, συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στις 15 Νοεμβρίου του 1979.

Όσον αφορά τη χώρα μας, εξαιρετικά επιτυχημένη αποδείχθηκε η συνύπαρξή του με τη Μαρινέλλα στον «Σκορπιό». Στην πρεμιέρα τους στις 28 Μαρτίου 1976 παρουσίασαν το πρόγραμμα «Ρεσιτάλ» που περιείχε 50 τραγούδια του, τα περισσότερα σε στίχους της Σώτιας Τσώτου, της μόνιμης συνεργάτιδάς του. Η ζωντανή ηχογράφηση που προέκυψε κυκλοφόρησε σε τριπλό δίσκο που σημείωσε μεγάλη εμπορική επιτυχία φτάνοντας τις 500.000 πωλήσεις· αποτελεί μέχρι σήμερα έναν από τους δέκα πιο εμπορικούς δίσκους της ελληνικής δισκογραφίας.

Με τη Μαρινέλλα συνεργάστηκαν αργότερα το 1980 στο δίσκο Ταμ-ταμ, και το 1987 με στο δίσκο Συνάντηση.

Ναι, η Μαρινέλλα, το πρώτο όνομα της εποχής της, η ντίβα, συνεργάστηκε με τον «περίεργο», τον ανένταχτο Κώστα Χατζή. Και άλλαξαν τα πάντα, στη δισκογραφία, ακόμα και στον τρόπο διασκέδασης. Γιατί πάνω από στεγανά, κολλημένα μυαλά και ετικέτες οι αληθινοί δημιουργοί βρίσκουν πάντοτε το χώρο τους.

Και ακολούθησαν και άλλες συνεργασίες και πολλά τραγούδια. Χωρίς την υστερία του σουξέ. Στις 18 Οκτωβρίου 2011 εμφανίστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με τη μουσική παράσταση Όταν κοιτάς από ψηλά, ερμηνεύοντας τραγούδια από την πολυετή καριέρα του. Δικαίωση; Για πολλούς, ναι. Για τον ίδιο μπορεί και να ήταν η συνέχεια μιας πορείας. Καριέρας αλλά και ζωής.

«Απλώς κοιτάζουμε μπροστά»

Όσον αφορά την προσωπική ζωή, παντρεύτηκε και απέκτησε συνολικά έξι παιδιά. Μάλιστα ο γιος του ο Αλέξανδρος έχει κληρονομήσει το ταλέντο του, αφού ασχολείται και εκείνος με την μουσική. Έχουν πραγματοποιήσει πολλές κοινές εμφανίσεις και τον έχει συνοδεύσει σε διάφορες συναυλίες του. Και όχι μόνο, αλλά και το στερνοπούλι του, η Δανιέλα Χατζή, έχει ξεκινήσει το μουσικό της ταξίδι.

2021. Ένα από τα σπίτια που κάηκαν στην Εύβοια ήταν και το δικό του. «Μακάρι να είχε καεί μόνο το δικό μου, αλλά εδώ έχουν καεί τόσα σπίτια, να κάνω μόνο εγώ παράπονο; Δεν θα ήταν ωραίο» είπε, μεταξύ άλλων. Και συνέχισε: «Ό,τι και να πω τώρα εγώ δεν πρόκειται να γυρίσει τίποτα πίσω. Απλώς κοιτάζουμε μπροστά, πώς μπορούμε να συνεχίσουμε τη ζωή μας. Έχω παιδιά, έχω ένα σωρό κόσμο δίπλα μου και όλοι πρέπει να παρηγορούμεθα και να πιστεύουμε ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες».

Το φτωχό παιδί από την Λιβαδειά, που έμαθε να αγωνίζεται από μικρός, που πάλεψε στην ζωή του υψώνοντας γροθιές, ταλέντο και δύναμη, συνεχίζει να δίνει μαθήματα ζωής.

Γιατί όταν κοιτάς από ψηλά, μοιάζει η γη με ζωγραφιά.

pontosnews.gr/

Σχετικά